Σάββατο 13 Σεπτεμβρίου 2014

Από τον Καιάδα στο Μελιγαλά ένα τσιγάρο δρόμος.. Όπου προδότης και πηγάδα..

Κανενός Ελληνα δεν πονάει η καρδιά του για τους ταγματασφαλίτες.
Πληρώθηκαν όπως τους άξιζε.

Αυτό που συνήθως αποκρύπτει η φιλολογία περί «αθώων θυμάτων» είναι (α) το ιστορικό γεγονός ότι ο Μελιγαλάς υπήρξε βάση και ορμητήριο των ένοπλων συνεργατών της Βέρμαχτ που το 1943-44 έπνιξαν στο αίμα τη Μεσσηνία και τους γύρω νομούς και (β) ότι το μακελειό του 1944 ήταν το αποτέλεσμα μιας από τις σκληρότερες μάχες που έδωσε ο ΕΛΑΣ, με εξουσιοδότηση του συμμαχικού στρατηγείου και της κυβέρνησης εθνικής ενότητας.

Ιστορικό
Στις 26 Αυγούστου του 1944 λαμβάνεται η απόφαση να αποχωρήσουν από την Ελλάδα τα στρατεύματα της Βέρμαχτ. Ο Άρης Βελουχιώτης, βρίσκεται στην Πελοπόννησο για να αντιμετωπίσει τα Τάγματα Ασφαλείας σε μια περιοχή που αυτά τρομοκρατούν τον πληθυσμό. Σε πολλές πόλεις της Στερεάς Ελλάδας και της Πελοποννήσου τα Τάγματα
παραδόθηκαν χωρίς μάχη και χωρίς να εκτελεστούν ως αιχμάλωτοι στον ΕΛΑΣ.

Στις 8/9/1944, ο ΕΛΑΣ έδωσε τη μάχη για την απελευθέρωση της Καλαμάτας από τους ταγματασφαλίτες. Αιχμαλώτισε το μεγαλύτερο μέρος, ένα τμήμα όμως, με επικεφαλής τον
κατοχικό Νομάρχη Μεσσηνίας Περωτή, διέφυγε προς Μελιγαλά. Στο δρόμο προς το χωριό Ασπρόχωμα, οι ταγματασφαλίτες έσφαξαν 30 πολίτες και 4 ΕΛΑΣίτες, οι οποίοι εκτελούσαν τηλεφωνική υπηρεσία σ' αυτό το χωριό.



Η Μάχη του Μελιγαλά πραγματοποιήθηκε μεταξύ 13 και 15 Σεπτεμβρίου του 1944. 
Σύμφωνα με τη Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού όσο και με τον ιστορικό-δημοσιογράφο της περιοχής Πελοποννήσου Παντελή Μούτουλα επρόκειτο για μια κανονική μάχη δύο σχετικά ισοδύναμων στρατιωτικών τμημάτων, με παγίδες, επιμέρους επιθέσεις, περικυκλώσεις, νάρκες, διεισδύσεις κτλ.

Οι εκκλήσεις του ΕΛΑΣ να σταματήσουν οι συγκρούσεις δε βρήκαν καμιά ανταπόκριση, εξαιτίας των ραδιουργιών των Αγγλων και της κυβέρνησης του Καΐρου, που πίστευαν ότι μ' αυτά θα μπορέσουν να καταβάλουν τις ισάριθμες σχεδόν δυνάμεις της ΙΙΙ Μεραρχίας του ΕΛΑΣ και να κρατήσουν υπό τον έλεγχό τους την Πελοπόννησο ως την άφιξη των αγγλικών στρατευμάτων.

Για την τριήμερη σκληρή μάχη που έδωσε ο ΕΛΑΣ στο Μελιγαλά, όπου είχαν συγκεντρωθεί γύρω στους 1.000 ταγματασφαλίτες, παραθέτουμε ένα απόσπασμα από το «Ματωμένο και ένδοξο χρονικό» του γιατρού Στάθη Κανναβού.


«11 Σεπτέμβρη. Στην οχυρωμένη μ' όλα τα μέσα της πολεμικής τέχνης από τους Γερμανούς κωμόπολη του Μελιγαλά, έχουν συγκεντρωθεί να δώσουν την αποφασιστική δολοφονική τους μάχη, οι πιο αιμασταγείς ταγματαλήτες 2 επαρχιών. Οι βάσεις Βελίκας, Καλαμάτας, Μελιγαλά, Διαβολιτσιού, Δώριου, Κοπανακιού. Αποβραδίς, οι ηρωικοί ΕΛΑΣίτες του 8ου και 9ου Συντάγματος, έχουν δέσει γύρω από το άντρο αυτό της εθνοπροδοσίας ασφυκτικό κλοιό. Εφεδροελασίτες και από τις 3 επαρχίες πλαισιώνουν κι εδώ, στις πρώτες γραμμές, τον ΕΛΑΣ, ενεργούν αναγνωρίσεις, δίνουν πληροφορίες. Και τρεις μέρες και τρεις νύχτες, από το χάραμα της 12 Σεπτέμβρη, ο μικρός κάμπος και τριγύρω τα βουνά κρατούν την ανάσα τους στο ασταμάτητο σάλαγο της φονικής σύρραξης. Για τον ΕΛΑΣ, χάρη στις Καζέρτες και στα Λίβανα, κάθε σφαίρα, είναι ακριβότερη κι από το χρυσό. Είσαι υποχρεωμένος χίλιες να σφυρίζουν στ' αυτιά σου και ν' απαντάς με μία. Μονάχα που διαθέτει κανόνι! Είναι μια σκέτη κάννη, ψαρεμένη από το ΕΛΑΝ στ' απομεινάρια κάποιου ναυαγίου. Για να ψευτοσταθεί στον τόπο της, ύστερα από κάθε βολή, φορτώνεται μ' έναν αρμακά πέτρες. Μα κι έτσι, πάλι κλοτσοπηδάει και τα φέρνει όλα γύρω της, άνω - κάτω. Και οι άντρες για σιγουριά έχουν δέσει από τη σκανδάλη της ένα καραβόσκοινο, κι αυτό τραβάνε από καμιά δεκαριά μέτρα μακριά κάθε φορά που θέλουν να πυροβολήσουν.


14 Σεπτέμβρη. Μια εγγλέζικη αποστολή έρχεται καταϊδρωμένη και ζητάει να περάσει στις γραμμές της εθνοπροδοσίας. Θα έπειθε λέει, τους αλήτες να σταματήσουν την αιματοχυσία, να παραδοθούν στον ΕΛΑΣ και να περιμένουν να κριθούν από την Κυβέρνηση. Οταν το παράλλο πρωινό, αιχμάλωτοι πια του ΕΛΑΣ, οι διπλοπουλημένοι αυτοί στους ξένους επιδρομείς "εθνικόφρονες" ρωτήθηκαν γιατί έστω και την τελευταία στιγμή δε δέχτηκαν να σταματήσουν την αιματοχυσία, η απάντησή τους ήταν και πάλι αυτή του αναίσθητου, επαγγελματία προδότη.
- Οι Εγγλέζοι μας πίεσαν να συνεχίσουμε...



15 Σεπτέμβρη. Λίγο μετά το ηλιβάρεμα, οι δολοφόνοι του Μελιγαλά, σηκώνουν από παντού λευκές σημαίες. Μπουλούκια - μπουλούκια, τρέχουν να κλειστούν στο Μπεζεστένι.
Οι ταγματαλήτες ως την τελευταία στιγμή, έβγαλαν από το Μπεζεστένι ομήρους τους και τους εκτελούσαν.

Λίγες στιγμές πριν την παράδοσή τους, στις ανατολικές παρυφές της κωμόπολης είχε φτάσει χωρίς να προλάβει να πάρει μέρος στη μάχη το 11ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ μαζί με το θρυλικό καπετάνιο του Αρη Βελουχιώτη.


..........
Ο πόνος, η οργή και το αίσθημα της πιο άγριας εκδίκησης των χιλιάδων μαυροφορεμένων από τα γύρω χωριά που πλημμύρισαν την κωμόπολη ήταν ολόκληρο βουνό.

Πολλές φορές οι ίδιοι οι Ελασίτες προσπάθησαν να συγκρατήσουν τα αγανακτισμένα πλήθη προκειμένου να μην εκτελέσουν τα ίδια, τους συνεργάτες των γερμανών και συνυπεύθυνους για τα δεινά τους.

Ο λαός της περιοχής ζητούσε με κάθε τρόπο να εκδικηθεί, ξεπαστρεύοντας τις εγκληματικές αυτές μορφές των ταγματασφαλιτών που είχαν διαπράξει ανήκουστα κακουργήματα σε βάρος του.

Για την εκδικητική μανία του κόσμου, ο Αρίστος Καμαρινός λέει σχετικά: «Είχα την ευθύνη της συγκέντρωσης των αιχμαλώτων στο Μπεζεστένι. Το έργο μας ήταν πολύ δύσκολο. Επρεπε να συγκρατήσουμε ομάδες εξοργισμένων πολιτών, οι οποίοι οπλισμένοι με τσεκούρια ορμούσαν να εκδικηθούν για τα θύματά τους. Για να περιφρουρήσουμε τους αιχμαλώτους, βάλαμε ισχυρή φρουρά στο Μπεζεστένι και γράψαμε με μεγάλα γράμματα: "Προσοχή Νάρκες!"».

«Τους αιχμαλώτους», διηγείται ο Βαγγέλης Μαχαίρας, «σε πρώτη φάση τους μεταφέραμε στις αρχικές μας θέσεις. Συγκεντρώθηκαν εκεί εκατοντάδες αγανακτισμένοι Μεσσήνιοι, που φώναζαν: "Δολοφόνοι, προδότες, σκοτώσατε τους δικούς μας". Και απειλούσαν λιντσαρίσματα. Με το πιστόλι στ' αριστερό μου χέρι (το δεξί το είχα στο γύψο), τους είπα: "Δεν θα επιτρέψω να θιγεί ούτε ένας αιχμάλωτος" και τους εξήγησα: "1. Δεν ξέρουμε ποιοι κάνανε εγκλήματα. Χρειάζεται ανάκριση και 2. Αν θέλατε να εκδικηθείτε ας ερχόσαστε να λάβετε μέρος στη μάχη. Τρεις μέρες κράτησε"». (3)

Από την πρώτη ημέρα με τη βοήθεια του ΕΛΑΣ διώχτηκαν στα χωριά τους εκατοντάδες ανοργάνωτοι, που περιφέρονταν στην πόλη, λεηλατούσαν και προκαλούσαν ανεύθυνα. Από τις πρώτες στιγμές οι κατά τόπους οργανώσεις ξεκαθάρισαν από το Μπεζεστένι πάνω ίσως κι από χίλιους Γερμανοντυμένους που υποτίθονταν ότι δε βαρύνονταν μ' εγκλήματα και τους έστειλαν στα σπίτια τους. Από την ίδια ημέρα το Λαϊκό Συμβούλιο Αυτοδιοίκησης συνέρχονταν και με εισήγηση του υποφαινόμενου αποφάσιζε την οργάνωση συσσιτίου για τις οικογένειες των ταγματαλητών.


16 Σεπτέμβρη. Ενα μετά το άλλο τα 3 Συντάγματα του Λαϊκού Στρατού αποσύρονται από το Μελιγαλά και προχωρούν από την απάνω Τριφυλία, την Ιθώμη, την Εύα, τη Βουφράδα, σ' ένα μέτωπο που πιάνει όλο το μάκρος του Νομού. Ολες οι δυνάμεις θα συγκλίνουν στους Γαργαλιάνους, τη μεγάλη αντάρτισσα πόλη του Μωρηά, με τους 600 αντάρτες της και τους χιλιάδες κυνηγημένους της. Εδώ έχει φωλιάσει ο αρχιδολοφόνος Στούπας και με τις ορδές του συνεχίζει και μετά την αποχώρηση των Γερμανών τις επιδρομές και τη σφαγή στα χωριά της Κάτω Τριφυλίας και της Πυλίας.

Στη σύρραξή του αυτή με τα τελευταία υπολείμματα της εθνοπροδοσίας, ο ΕΛΑΣ πληρώνει και πάλι μ' ακριβές απώλειες. Οι δολοφόνοι του Στούπα, ηττημένοι, σκορπίζονται στις σταφίδες και στην πορεία τους προς την Πύλο αιματοκύλησαν την περιοχή, σκοτώνοντας άνανδρα, κάθε χωριάτη που δούλευε ανύποπτος στα χτήματά του. Ο αρχιπροδότης Στούπας κλείνεται στο Κάστρο της Πύλου να γλιτώσει. Μα κάποτε αποκάνει από την αντιλαϊκή λύσσα του και αυτοκτονεί.


Ετσι, στις 20 Σεπτέμβρη η Μεσσηνία είναι λεύτερη. Ο ηρωικός καπετάνιος του Εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα Αρης Βελουχιώτης προχωρεί σ' όλο το μάκρος, από Πύλο - Μεσσήνη, Αρκαδικά σύνορα, αποχαιρετάει το λαό και με τα 3 Συντάγματα του ΕΛΑΣ τραβάει για το κέντρο του Μωρηά.




Ο αριθμός των "θυμάτων"

Το ιατροδικαστικό συνεργείο του Καψάσκη, το 1945, ανακοίνωσε ότι ξέθαψε 708 πτώματα.
Στο μνημείο είναι γραμμένα 787 ονόματα από 61 πόλεις και χωριά.

Το Ιστορικό Τμήμα του Στρατού τους ανεβάζει σε 2.000 άτομα.
Ο «Σύλλογος Θυμάτων» τους θέλει λιγότερους, γύρω στους 1.144 (όλοι ενήλικοι άνδρες και 18 γυναίκες).

Η ΕΑΜική πλευρά μιλάει για πολύ μικρότερους αριθμούς, ο ΕΛΑΣ αναφέρει ότι σκοτώθηκαν 60 αντάρτες και 800 «ράλληδες», ενώ άλλοι υπολογίζουν ότι υπήρξαν 120 σκοτωμένοι στη μάχη και 280-350 εκτελεσμένοι στην Πηγάδα.

Ο Κοσμάς Αντωνόπουλος, πάλι, αναφέρει 2.100 «δολοφονηθέντες», παραθέτει όμως τα στοιχεία μόλις 699. Το βιβλίο που διανέμει ο «Σύλλογος Θυμάτων» περιέχει 1.144 ονόματα, ο συγγραφέας του όμως δείχνει μάλλον αναποφάσιστος: αλλού μιλάει για 1.500 νεκρούς (σ. 118), αλλού για «1.500 και πλέον» (σ. 115), αλλού για πάνω από 2.000 (σ. 26 & 166) κι αλλού για «5.000 εκατέρωθεν» (σ. 23).
Σε κάθε περίπτωση, οι αριθμοί περιλαμβάνουν όχι μόνο τους «σφαγιασθέντες» αλλά και τους νεκρούς της τριήμερης μάχης.






ΟΙ ΠΡΟΔΟΤΕΣ ΓΕΡΜΑΝΟΤΣΟΛΙΑΔΕΣ
*Οταν την άνοιξη του 1944 οι Γερμανοί συγκρότησαν τα Τάγματα Ασφαλείας, ένοπλους δωσιλογικούς σχηματισμούς με αποστολή την «αξιοποίηση της αντικομμουνιστικής μερίδας του ελληνικού λαού» για τη μετατροπή της αντιφασιστικής Αντίστασης σε εμφύλιο πόλεμο και την «εξοικονόμηση γερμανικού αίματος», εγκαταστάθηκε εκεί το 3ο Τάγμα Ασφαλείας Καλαμών-Μελιγαλά. Την υποστήριξή του ανέλαβε μια «πολιτική επιτροπή», με πρόεδρο τον πολιτευτή Περικλή Μπούτο και μέλη τον κοινοτάρχη, δυο δικηγόρους κι ένα γιατρό (Θεοδωρόπουλος 2001, σ. 133-4).

Ο τρόπος με τον οποίο «αξιοποιήθηκε» από τους ναζί αυτή η δωσίλογη «μερίδα του ελληνικού λαού» ήταν αναμενόμενος: Δεν πρόλαβε να εγκατασταθεί το Τάγμα στο Μελιγαλά, και τα γερμανικά αρχεία καταγράφουν τη συμμετοχή του σε «εκκαθαριστικές επιχειρήσεις» των κατοχικών στρατευμάτων. Στηριγμένοι στη Βέρμαχτ, οι ταγματασφαλίτες αναλαμβάνουν να κονιορτοποιήσουν τη μαζική βάση του ΕΑΜ με μαζικές συλλήψεις, βασανιστήρια, εκτελέσεις και κάψιμο σπιτιών, εγκαινιάζοντας ένα φαύλο κύκλο βίας και αντεκδικήσεων, που θα οδηγήσει στις εκτελέσεις των ημερών της Απελευθέρωσης.

Η συμβολή τους στην πολεμική προσπάθεια του Αξονα υπήρξε ουσιαστική. Δεν είναι μόνο ο προϊστάμενός τους, αντιστράτηγος των SS Βάλτερ Σιμάνα που, στην τελική έκθεσή του προς τον Χίμλερ (2.11.44), διαπιστώνει ότι τα Τάγματα Ασφαλείας «ήταν πολύτιμες βοηθητικές μονάδες στην ενεργό καταπολέμηση των συμμοριών». Βρετανική έκθεση του 1944 τονίζει πως «η τοπική γνώση των προσώπων και του χώρου από τα Τάγματα Ασφαλείας, τους προσδίδει μοναδική αξία για τους Γερμανούς, που μπορούν έτσι να κρατήσουν την Ελλάδα με έναν ελάχιστο αριθμό δυνάμεων», (ΔΙΣ 1998, σ. 43).
 Αποκαλυπτική είναι τέλος η πρακτική της Βέρμαχτ να περιλαμβάνει τους νεκρούς, τραυματίες ή αγνοούμενους ταγματασφαλίτες στους πίνακες των δικών της απωλειών.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου