Η μοναρχοφασιστική δικτατορία της 4ης Αυγούστου εκφράζει τη θέληση της αστοτσιφλικάδικης πλουτοκρατικής ολιγαρχίας, της μοναρχίας και του ξένου κεφαλαίου να πνίξουν τη λαϊκή θέληση, που απειλούσε την κυριαρχία τους και να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντά τους” (Ν. Ζαχαριάδης). Βασική αιτία που κατάφερε να επιβληθεί η δικτατορία στάθηκε η υποστήριξη που βρήκε – ενεργητική είτε παθητική – στα αστικά κόμματα. (Δίπλα σ’ αυτή θα μπορούσε να προσθέσει κανείς και την έλλειψη της απαραίτητης οργανωτικής και τεχνικής προετοιμασίας του ΚΚΕ, για να αντιμετωπίσει μόνο του το πραξικόπημα). Οι πολιτικοί αρχηγοί των “Φιλελευθέρων”, “Προοδευτικών”, “Λαϊκών”, “Εργατο – αγροτικών” κλπ. κομμάτων δώσανε ψήφο ανοχής στον Μεταξά κι όταν κηρύχτηκε η δικτατορία δεν αντέδρασαν καθόλου.
Νίκος Μπελογιάννης, στο βιβλίο του “Το ΞΕΝΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ στην ΕΛΛΑΔΑ”
Σαν σήμερα το 1936 η ελληνική ολιγαρχία με την αβάντα του ξένου κεφαλαίου, του αγγλικού κυρίως και με εκτελεστικά όργανα τον βασιλιά Γεώργιο Γλύξμπουργκ και τον Ι. Μεταξά επιβάλουν στην χώρα μας δικτατορία εξαπολύοντας άγριο διωγμό όχι μόνο στους κομμουνιστές αλλά ενάντια και σε άλλους δημοκράτες.
Αλλά ας τα πιάσουμε τα πράγματα από την αρχή.
Ο Μεταξάς, ένας φιλόδοξος φασίστας και εκμεταλλευόμενος την προσωπική του σχέση με τους μασόνους (Είχε φτάσει στον τριακοστό βαθμό της μασονίας. Ανήκε στην Στοά «Ησίοδος», στην οποία είχε διατελέσει «σεβάσμιος»), βρέθηκε σύντομα στα ανώτατα στάδια της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας.
Με τις πλάτες του Βασιλιά πάει στην Γερμανία και ολοκληρώνει τις σπουδές του στην Πολεμική Ακαδημία του Βερολίνου.
Το σαράκι της πολιτικής τον οδηγεί να φτιάξει το κόμμα των Ελευθεροφρόνων το οποίο όμως δεν μπόρεσε ποτέ να βρει λαϊκά ερείσματα. Στις τελευταίες που πήρε μέρος το 1936 έλαβε μόνο 50.137 ψήφους.
Η απελπισία του ήταν μεγάλη βλέποντας τα όνειρα του να γκρεμίζονται. Στο ημερολόγιο του έγραψε: «Εκλογαί. Από χθες είχα την διαίσθησιν της αποτυχίας. Ερημιά σπιτιού. Κέντρον, χαλαρότης, μόνον οι πιστοί Κεφαλλήνες. Καμία εκδήλωσις έξω. Σήμερον επίσης, παρ’ όλας τας ελπίδας οικείων και φίλων. Νύκτα εξεδηλώθη πλήρως η αποτυχία. Παντού. Εξαιρέσεις Ηλείας και Μεσσηνίας και εκεί μόνον κάτι. Εις Κεφαλληνίαν η επιτυχία όχι πλήρης. Εις Αθήνας η αποτυχία οικτρά. Συμπέρασμα, ο αντιβενιζελισμός δεν με θέλει, με απέβαλεν εκ του μέσου του. Καλλίτερα».
Όλα έδειχναν ότι η πολιτική σταδιοδρομία του Μεταξά έφτανε στο τέλος της. Ο Βασιλιάς όμως είχε διαφορετική άποψη. Στις 9 του Μάρτη τον διορίζει υπουργό στρατιωτικών και ο δρόμος για τον Μεταξά να εγκαταστήσει την δικτατορία της 4ης Αυγούστου είχε αρχίσει ήδη.
Αμέσως μετά την επικράτηση της δικτατορίας ο Μεταξάς φτιάχνει ένα υφυπουργείο Δημοσίας Ασφάλειας στο υπουργείο Εσωτερικών. Επικεφαλής διορίζει ένα πρόσωπο αφοσιωμένο στην υπόθεση της 4ης Αυγούστου και ιδιαίτερα στον αρχηγό της. Τον Κ. Μανιαδάκης.
Σ’ αυτόν ανατέθηκε να εδραιώσει την δικτατορία της 4ης Αυγούστου. Με ποιο τρόπο; Μ’ αυτόν που περιγράφει ο Σπύρος Λιναρδάτος στο βιβλίο του «4η Αυγούστου»:
«Τα βασανιστήρια που εφάρμοσαν οι χαφιέδες της αστυνομίας εναντίον των αντιπάλων του καθεστώτος, των κομμουνιστών, σοσιαλιστών, δημοκρατικών, εναντίον των πρωτοπόρων εργατών, φοιτητών, αγροτών και διανοουμένων είναι πολύ δύσκολο να περιγραφούν.
Το ρετσινόλαδο και ο πάγος ήταν από τις κυριότερες μεθόδους βασανισμού για την απόσπαση ομολογιών και δηλώσεως μετανοίας. Το βασανιστήριο του ρετσινόλαδου εφαρμοζόταν περίπου με τον παρακάτω τρόπο:
Στο τραπέζι του ανακριτή – βασανιστή υπήρχαν τρία ποτήρια, το ένα με 30 δράμια, το άλλο με 75 και το τρίτο με 100 δράμια ρετσινόλαδο. Αν ο ανακρινόμενος δεν ομολογούσε ή δεν υπέγραφε του έδιναν να πιει το πρώτο ποτήρι. Στην περίπτωση που αρνιόταν και έφερνε αντίσταση άρχιζαν το άγριο ξυλοκόπημα, το φάλαγγα ή χρησιμοποιούσαν άλλες μεθόδους βασανισμού. Ύστερα από μισή ώρα, εφόσον ο αρχιβασανιστής ανακριτής το θεωρούσε σκόπιμο, ακολουθούσε το δεύτερο στάδιο ανάκρισης και ο κρατούμενος έπινε το δεύτερο ποτήρι των 75 δραμίων. Αν η αντίσταση του κρατουμένου ήταν μεγάλη, ύστερα από ένα τετράωρο γινόταν και η τρίτη «ανάκρισις» και τον υποχρέωναν να πιει ένα ποτήρι των 100 δραμίων. Σε αυτό το διάστημα και αρκετές ώρες ύστερα από την επενέργεια του καθαρτικού, ο κρατούμενος ήταν κλεισμένος στο κελλί του και δεν του επέτρεπαν να πάει στο αποχωρητήριο. Το αποτέλεσμα ήταν ότι ο κρατούμενος γινόταν αληθινό ράκος και το κελλί, στο οποίο τον άφηναν κλεισμένο τέσσερεις, πέντε και περισσότερες μέρες, αληθινός υπόνομος.
Το ρετσινόλαδο και ο πάγος ήταν από τις κυριότερες μεθόδους βασανισμού για την απόσπαση ομολογιών και δηλώσεως μετανοίας. Το βασανιστήριο του ρετσινόλαδου εφαρμοζόταν περίπου με τον παρακάτω τρόπο:
Στο τραπέζι του ανακριτή – βασανιστή υπήρχαν τρία ποτήρια, το ένα με 30 δράμια, το άλλο με 75 και το τρίτο με 100 δράμια ρετσινόλαδο. Αν ο ανακρινόμενος δεν ομολογούσε ή δεν υπέγραφε του έδιναν να πιει το πρώτο ποτήρι. Στην περίπτωση που αρνιόταν και έφερνε αντίσταση άρχιζαν το άγριο ξυλοκόπημα, το φάλαγγα ή χρησιμοποιούσαν άλλες μεθόδους βασανισμού. Ύστερα από μισή ώρα, εφόσον ο αρχιβασανιστής ανακριτής το θεωρούσε σκόπιμο, ακολουθούσε το δεύτερο στάδιο ανάκρισης και ο κρατούμενος έπινε το δεύτερο ποτήρι των 75 δραμίων. Αν η αντίσταση του κρατουμένου ήταν μεγάλη, ύστερα από ένα τετράωρο γινόταν και η τρίτη «ανάκρισις» και τον υποχρέωναν να πιει ένα ποτήρι των 100 δραμίων. Σε αυτό το διάστημα και αρκετές ώρες ύστερα από την επενέργεια του καθαρτικού, ο κρατούμενος ήταν κλεισμένος στο κελλί του και δεν του επέτρεπαν να πάει στο αποχωρητήριο. Το αποτέλεσμα ήταν ότι ο κρατούμενος γινόταν αληθινό ράκος και το κελλί, στο οποίο τον άφηναν κλεισμένο τέσσερεις, πέντε και περισσότερες μέρες, αληθινός υπόνομος.
Το δεύτερο βασανιστήριο ήταν η στήλη πάγου. Ανάβαζαν τον κρατούμενο στην ταράτσα της Ασφάλειας και τον υποχρέωναν να καθίσει γυμνός πάνω σε μία στήλη πάγου. Το αποτέλεσμα ήταν ίδιο με του ρετσινόλαδου. Ο κρατούμενος γινόταν αληθινό ράκος. Πολλές φορές οι βασανιστές τον υποχρέωναν να κάθεται τόση πολλή ώρα πάνω στον πάγο, ώστε ορισμένοι κρατούμενοι πάθαιναν κρυοπαγήματα. Υπάρχει μάλιστα στη ζωή ένας από αυτούς που βασανίστηκαν με τη μέθοδο του πάγου: ο Χρήστος Χριστακάκης, ο οποίος υποφέρει από τις συνέπειες του φοβερού βασανιστηρίου. Άλλο βασανιστήριο ήταν το τράβηγμα των νυχιών με τσιμπίδες. Σε άλλους έβαζαν σπίρτα στα νύχια και τα άναβαν ή τους έκαιγαν το κορμί με τσιγάρο. Άλλους τους χτυπούσαν με σακκουλάκια άμμο στα πόδια.
Το ξύλο και τα βασανιστήρια γίνονταν συνήθως στην ταράτσα της Γενικής ή Ειδικής Ασφάλειας για να μην ακούγονται οι κραυγές του κρατούμενου. [...] Την εποχή εκείνη “αυτοκτόνησε” σύμφωνα με την εκδοχή της Ασφαλείας, ο χημικός Μαρουκάκης, που είχε συλληφθεί με την κατηγορία ότι ήταν υπεύθυνος του παράνομου Ριζοσπάστη. Στην πραγματικότητα τον Κ. Μαρουκάκη, αφού τον βασάνισαν φρικτά, τον έρριξαν από την ταράτσα και τον σκότωσαν. Με τον ίδιο τρόπο δολοφόνησαν και το γέρο αγωνιστή, στέλεχος της «Εργατικής Βοήθειας», [...] Βαλλιανάτο. Υπολογίζεται ότι εκτός από τις δεκάδες αγωνιστές που πέθαναν από τις κακουχίες στις φυλακές και τις εξορίες και τις εκατοντάδες που παραδόθηκαν από το ξενοκίνητο καθεστώς της 4ης Αυγούστου στους Γερμανοϊταλούς κατακτητές και εκτελέστηκαν, δώδεκα τουλάχιστον δολοφονήθηκαν στην περίοδο της 4ης Αυγούστου κατά τον ίδιο τρόπο στα διάφορα φασιστικά κάτεργα.
Γενική αρχή του καθεστώτος ήταν “σακατεύετε αλλά μη σκοτώνετε”. Οι αφηνιασμένοι βασανιστές δεν μπορούσαν πάντα να συγκρατήσουν το “ζήλο” τους σε ορισμένα όρια. Έπειτα, πολλές δολοφονίες έγιναν προμελετημένα, γιατί το καθεστώς ήθελε να “ξεπαστρέψει” και μερικούς για να φοβηθούν και να “σπάζουν” ευκολότερα οι άλλοι. Σε πολλές δεκάδες φτάνουν οι πολίτες που τρελλάθηκαν, έγιναν φυματικοί ή ανάπηροι ή υπέφεραν για πολλά χρόνια ύστερα από τα βασανιστήρια».
Γενική αρχή του καθεστώτος ήταν “σακατεύετε αλλά μη σκοτώνετε”. Οι αφηνιασμένοι βασανιστές δεν μπορούσαν πάντα να συγκρατήσουν το “ζήλο” τους σε ορισμένα όρια. Έπειτα, πολλές δολοφονίες έγιναν προμελετημένα, γιατί το καθεστώς ήθελε να “ξεπαστρέψει” και μερικούς για να φοβηθούν και να “σπάζουν” ευκολότερα οι άλλοι. Σε πολλές δεκάδες φτάνουν οι πολίτες που τρελλάθηκαν, έγιναν φυματικοί ή ανάπηροι ή υπέφεραν για πολλά χρόνια ύστερα από τα βασανιστήρια».
Εδώ να συμπληρώσουμε ότι η δικτατορία του Μεταξά στηρίχτηκε από το σύνολο της αστικής τάξης και τα κόμματα
της, πρώτα και καλύτερα από τους Βενιζέλους (Ελευθέριο και Σοφοκλή) και από τον Θ. Σοφούλη. Και φυσικά και από το «Λαϊκό Κόμμα» του Π. Τσαλδάρη. Επίσης μετά την κατοχή της χώρας μας από τα στρατεύματα του άξονα το μεγαλύτερο μέρος των ατόμων που στελέχωναν τον μηχανισμό της κυβέρνησης Μεταξά υπηρέτησαν πιστά τους κατακτητές.
απο e-against
τι έχεις γιάννη μου;
ΑπάντησηΔιαγραφήτ' είχα πάντα να 'ουμ!