ΕΑΜ: Μια συγκλονιστική περιγραφή της νικηφόρας μάχης του '43 στην πλατεία Συντάγματος, D. Eudes
Θεέ των αστών είσαι η αναιμία του περίστροφου
το πουκάμισό μου είναι η τελευταία σου ελπίδα
Ώ σημαία μου χαίτη του αιώνιου αγέρα
όπου νά ‘ναι σε σηκώνουν πάλι
οι γενιές των αρχαγγέλων.
(Ε. Κακναβάτος, Άνεμος Βαθυχαιτήεις)το πουκάμισό μου είναι η τελευταία σου ελπίδα
Ώ σημαία μου χαίτη του αιώνιου αγέρα
όπου νά ‘ναι σε σηκώνουν πάλι
οι γενιές των αρχαγγέλων.
παραπομπη: D. Eudes, Οι καπετάνιοι, εκδ. Εξάντας, Δεκέμβρης 1974, σ. 53-61
Η Αθήνα είναι ένα βαρέλι με δυναμίτη. Το χειμώνα του 1941-42 μεταβλήθηκε σε στρατόπεδο εξόντωσης – 300.000 θάνατοι από πείνα σε δύο μήνες, παιδιά με πρησμένες κοιλιές και γέροι σκελετωμένοι στα πεζοδρόμια. Κανείς πια δεν πήγαινε να ψάξει στους δρόμους το κουφάρι του δικού του. Για να επιβιώσει, έπρεπε να διατηρήσει το δελτίο τροφίμων του νεκρού. Η Αθήνα αιμορραγεί και είναι έτοιμη να εκραγεί, ευαίσθητη και ράθυμη σαν δυναμίτης. Πελώριες και ξαφνικές λαϊκές κινητοποιήσεις πλημμυρίζουν τους δρόμους κάτω απ’ τα μάτια των δυνάμεων κατοχής, με το παραμικρό σύνθημα.
Τα στελέχη του ΕΑΜ και του ΚΚΕ έχουν σοβαρούς λόγους για να μην υποτιμούν την Αντίσταση στις πόλεις.
Στις αρχές του Μάη 1943, φρεσκογραμμένα συνθήματα σφυροκοπούν το ίδιο θέμα σ’ όλους τους τοίχους της πόλης: OXI ΕΡΓΑΤΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΓΕΡΜΑΝΙΑ. ΚΑΤΩ ΤΑ ΓΕΡΜΑΝΙΚΑ ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΑ. Η πολιορκημένη Αθήνα ρίχνεται σε μια άγρια ανοιχτή αντίσταση εναντίον των δυνάμεων του Άξονα.
Στις 20 του Φλεβάρη, το ραδιόφωνο μεταδίδει ένα λακωνικό τηλεγράφημα του πρακτορείου Β.Ν.Β. (Γερμανικού Πρακτορείου Ειδήσεων):
“O καγκελάριος του Τρίτου Ράιχ Αδόλφος Χίτλερ, εις ένδειξιν εκτιμήσεως δια την γενναιότηταν που επέδειξε ο ελληνικός λαός στο πεδίο της μάχης, επιθυμεί να συνδέσει στενά μαζί του τη Νέα Τάξη, της οποίας έχει χαράξει τον ιστορικό δρόμο, και για το λόγο αυτό ζητά τη βοήθειά του, που πρέπει να γίνει περισσότερο ενεργητική και θετική…”
Δεν χρειάστηκε πολύς καιρός στους ανώνυμους που έγραφαν τα κόκκινα συνθήγματα στους τοίχους, για να καταπιαστούν με την ερμηνεία του ανακοινωθέντος. Οι εφημερίδες τοίχου μπήκαν αμέσως στη καμπάνια κατά της πολιτικής κινητοποίησης, που ζητούσε να συνδέσει την ελληνική νεολαία με τη δόξα του Τρίτου Ράιχ.
Στις 22 του Φλεβάρη το βράδυ, ο στρατιωτικός διοικητής Σπάιντελ, που δεν βρισκόταν βέβαια στην αρχή της καριέρας του, στέλνει τη διαταγή κινητοποίησης στη σύνταξη της ‘Εφημερίδος της Κυβερνήσεως’:
“Συμφώνως προς τας εξουσίας τας οποίας ασκώ εν ονόματι του Φύρερ και του ανωτάτου διοικητού των ενόπλων γερμανικών δυνάμεων, διατάσσω τα ακόλουθα:
Άρθρον πρώτον: Όλοι οι εν Ελλάδι κατοικούντες, ηλικίας 16-45 ετών, υποχρεούνται, εφ’ όσον οι περιστάσεις το απαιτήσουν, να εκτελέσουν την εργασίαν την οποίαν ήθελον ορίσει αι γερμανικαί ή ιταλικαί υπηρεσίαι.
Υποχρεούνται ιδιαιτέρως να παρουσιάζονται με ακρίβειαν εις τον χώρον εργασίας, να σέβονται το ωράριον εργασίας και να αποδίδουν συμφώνως προς τας φυσικάς των ικανότητας. Εις περίπτωσιν ανάγκης, οι άνδρες υποχρεούνται να εργασθούν εις τόπον διάφορον του τόπου κατοικίας των. Και θα συγκεντρούνται εις στρατόπεδα εργασίας.
Ο Ανώτατος Διοικητής των Ενόπλων Γερμανικών
Δυνάμεων ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ ΣΠΑΪΝΤΕΛ”
Δεν είχε ακόμη τυπωθεί το κείμενο, αλλά το περιεχόμενό του είχε κιόλας διαρρεύσει από τους συντάκτες της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως και κυκλοφορούσε σ’ όλες της παράνομες οργανώσεις.Για την επομένη οργανώνεται μια διαδήλωση.
Η τεχνική είναι γνωστή από τις 22 Δεκέμβρη του περασμένου χρόνου, τότε που οι λαϊκές συγκεντρώσεις παρέλυσαν τις γερμανικές και ιταλικές δυνάμεις της τάξης. Μ’ ένα σύνθημα οι διαβάτες συγκεντρώνονται και γίνονται διαδηλωτές. σε μερικά δευτερόλεπτα το κύμα των περαστικών ογκώνεται και ορμά προς τα μπρος. Οι πρώτες φάλαγγες συγκλίνουν στον αντικειμενικό στόχο.
Στις 23 του Φλεβάρη, ο κατακτητής αιφνιδιάζεται και περιορίζεται να κλείσει τις δυνάμεις του στους στρατώνες. Οι επιτροπές γίνονται δεκτές από τους υπουργούς της κυβέρνησης των συνεργατών, που -παρ’ όλες τις ενδείξεις- προσπαθούν να διαψεύσουν τις φήμες και ελίσσονται με προσοχή.
Αυτό όμως δεν είναι παρά μια δοκιμή.
Την επομένη, 24 του Φλεβάρη, η Αθήνα κατεβαίνει πάλι στους δρόμους. Τη φορά αυτή οι Γερμανοί και οι Ιταλοί είναι έτοιμοι να συντρίψουν τη διαδήλωση. Τα περίπολα τριπλασιάστηκαν και στη διάρκεια της νύχτας τοποθετήθηκαν πολυβόλα στις στέγες και τα παράθυρα των δημοσίων κτιρίων.
Κατά τις 9 το πρωί, κάτω από μια ψιλή και παγωμένη βροχή, η πρώτη φάλαγγα ξεχύνεται στην πλατεία Συντάγματος. Εκεί είναι το νευραλγικό κέντρο της πόλης: Κέντρο πολιτικό και διοικητικό, με το Υπουργείο Εσωτερικών και τη Βουλή, σύμβολο του Έθνους, με το μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη, αλλά και κλειστό πεδίο της ξένης παρουσίας με το ξενοδοχείο ‘Μεγάλη Βρετανία’, που τώρα κατέχεται από τα επιτελεία του Άξονα. Πολυθόρυβο συνήθως από μια διεθνή πελατεία, που έχει την ευκαιρία να δει από το πίσω μέρος την Ακρόπολη, και να παρακολουθήσει από τους εξώστες το πλήθος των ιθαγενών που ζουν σ’ ένα μισοαποικιακό καθεστώς, είναι το ξενοδοχείο οπού συχνάζουν πολυάσχολοι κοσμοπολίτες φιλέλληνες, που δεν τους μαζεύει στην περιοχή του Αιγαίου μόνο το εμπόριο των κλασσικών.
Οι διαδηλωτές εισβάλλουν στην πλατεία. Τα όπλα του στρατιωτικού αποσπάσματος, που αποτελείται από γερμανικές και ιταλικές μονάδες, δημιουργούν ένα φράγμα αιχμηρό, αλλά ανίσχυρο μπροστά στην ανθρωποθάλασσα.
Ο πελώριος χώρος γεμίζει από ένα συμπαγές πλήθος, που γονατίζει στραμμένο προς τον Άγνωστο Στρατιώτη και ψάλλει τον εθνικό ύμνο:
Σε γνωρίζω από την κόψη
του σπαθιού την τρομερή,
σε γνωρίζω από την όψη
που με βιά μετράει τη γη.
Απ’ τα κόκκαλα βγαλμένη
των Ελλήνων τα ιερά,
και σαν πρώτα ανδρειωμένη,
χαίρε, ω χαίρε, Ελευθεριά.
Το κροτάλισμα των ιταλικών και γερμανικών όπλων, σκεπάζει την τελευταία στροφή:
Xαίρε, ω χαίρε, ελευθεριά!
“Όλοι στο Υπουργείο Εργασίας”. Αέρα!!
Μέχρι τώρα οι δυνάμεις της τάξης του κατακτητή περιορίζονται να πυροβολούν στον αέρα….Στους διαδηλωτές όμως φουντώνει ο ενθουσιασμός και πολλοί σκαρφαλώνουν στα δέντρα να μαζέψουν νεράντζια, τα μικρά εκείνα άγρια πορτοκάλια, που είναι σκληρά σαν βότσαλα. Τα πετούν στους φρουρούς που φυλάγουν τα παλιά βασιλικά ανάκτορα -σήμερα έδρα της κυβέρνησης. Το πλήθος ορμά μέσα στο κτήριο και σαρώνει τα πάντα στο διάβα του.Απ’ έξω, η υπηρεσία τάξης ανατρέπεται και παραλύει. Ύστερα όμως από μερικά λεπτά, κάνουν την εμφάνισή τους καινούργια αποσπάσματα. Τα Φολκσβάγκεν και τα μηχανοκίνητα της Feldgendarmerie και των καραμπινιέρων ρίχνονται πάνω στο πλήθος που ξεχύνεται στους γύρω δρόμους.
Πριν ακόμη σκορπίσουν, ένα καινούργιο σύνθημα κυκλοφορεί ανάμεσα στους διαδηλωτές: “Όλοι στο Υπουργείο Εργασίας”. Η συμπαγής μάζα κατηφορίζει γρήγορα στην οδό Πανεπιστημίου, τη γλυκερή αυτή απομίμηση του ιωνικού ρυθμού που θυμίζει περισσότερο τις ψεύτικες διακοσμήσεις των επαρχιακών θεάτρων της Γαλλίας παρά την αρχαία Ελλάδα και εισβάλλει στην οδό Πατησίων μέχρι το Αρχαιολογικό Μουσείο. Είναι μια διαδρομή γνωστή από τις 22 του Δεκέμβρη
Τη φορά αυτή οι δυνάμεις κατοχής έχουν μάθει το μάθημα και έχουν ενισχύσει τις φρουρές. Δύο λόχοι καραμπινιέρων προστατεύουν το Υπουργείο Εργασίας. Αυτόματα όπλα ελέγχουν τους γύρω δρόμους. Και μια ομάδα ελαφρών αρμάτων μάχης είναι σε επιφυλακή εκεί γύρω.
Πολύ λίγοι διαδηλωτές έχουν όπλα. Οι περισσότεροι κρατούν πέτρες, στυλιάρια ή νεράτζια. Οι καραμπινιέροι χαμηλώνουν τα όπλα τους προς τη μάζα που κινείται εναντίον του και τα μυδράλλια αρχίζουν να κροταλίζουν. Οι πρώτες γραμμές θερίζονται. Στον ξερό κρότο των αυτομάτων που βάλλουν αδιάκριτα μέσα στο πλήθος, απαντούν μερικές σποραδικές πιστολιές. Μέσα στους διαδηλωτές όμως φουσκώνει το αμόκ -μια τυφλή, φρενιασμένη αποφασιστικότητα, που ξεσπάει με την άγρια πολεμική κραυγή των Ελλήνων: Αέρα!!
Απέναντι σ’ αυτή τη θύελλα, τα αυτόματα στομώνουν. Το πλήθος χάνει κάθε αίσθηση κινδύνου, αρπάζει τους νεκρούς και τους τραυματίες του, φράζει τις κάννες των όπλων με μια πάλη σώμα προς σώμα και ορμά μέσα στο υπουργείο.
Κι ενώ τα τουφέκια χτυπούν στο δρόμο, το πλήθος τσακίζει ό,τι βρίσκει στα γραφεία και βάζει φωτιά στα αρχεία.
Μια ώρα ύστερα φτάνουν ισχυρές ιταλικές ενισχύσεις, για να διαλύσουν τους διαδηλωτές. Το υπουργείο είναι πια εντελώς κατεστραμμένο και η φωτιά αρχίζει να απλώνεται στο τετράγωνο.
Τους νεκρούς και τους τραυματίες -τους πιο πολλούς- τους μαζεύουν οι διαδηλωτές. Είναι περίπου εκατό.
Οι στρατιώτες δε θα μπορούν πια να περπατούν στους δρόμους της Αθήνας σαν σε υποταγμένη πόλη. Ο Λαός είναι έτοιμος να πάρει φωτιά σε κάθε στιγμή και να πολεμήσει.
Την επομένη, στο τηλεφωνικό κέντρο της Αθήνας, στην οδό Σταδίου, κυκλοφορεί η εντολή για απεργία. Η ατμόσφαιρα είναι ηλεκτρισμένη από τη διάθεση για αγώνα και η παμψηφία σχεδόν των υπαλλήλων παίρνει αμέσως μέρος σ’ αυτήν τη σχεδόν αυτοσχέδια απεργία. Η παράλυση των τηλεπικοινωνιών εκείνη την κρίσιμή ώρα είναι βαρύ χτύπημα. Η Γκεστάπο επεμβαίνει με τις συνηθισμένες της μεθόδους. Με την απειλή των όπλων, αρπάζει 200 υπαλλήλους που δε βρήκαν καιρό να το σκάσουν…Με κλωτσιές και χτυπήματα τους κλείνει στα υπόγεια του κτηρίου και μπροστά στην πόρτα στήνεται ενισχυμένη φρουρά.Κατά το μεσημέρι, φτάνουν πολλά καμιόνια για να μεταφέρουν τους κρατούμενους στο άντρο της Γκεστάπο. Οι πόρτες ανοίγουν. Το υπόγειο όμως είναι άδειο. Από ένα μικρό άνοιγμα, που δεν το πήραν χαμπάρι οι Γερμανοί, όλοι οι κρατούμενοι, άνδρες και γυναίκες, κατόρθωσαν να φύγουν.
Από κείνη την εποχή, οι στρατιώτες του Άξονα δε θα μπορούν πια να περπατούν στους δρόμους της Αθήνας σαν σε υποταγμένη πόλη. Στις αβέβαιες ζώνες δεν θα τους συναντά κανείς παρά σε ομάδες, με την προστασία περιπόλων. Και δεν θα τους συναντά σε ορισμένες γειτονιές των προαστείων να κυνηγούν την περιπέτεια: εκεί θα πηγαίνουν μόνο για αστραπιαίες επιδρομές. Στην επαρχία, οι φαντάροι θα μένουν τον περισσότερο καιρό στους στρατώνες, πολιορκημένοι από τη γενική εχθρότητα και σιγά-σιγά απομονωμένοι σαν πάνω σε μικρές νησίδες, μέσα σ’ ένα χώρο που λίγο-λίγο γίνεται Ελέυθερη Ελλάδα.
Δεν περνά μέρα, γύρω στα τέλη του Φλεβάρη, που οι Γερμανοιταλοί να μην έχουν την ευκαιρία να διαπιστώσουν αυτή τη φοβερή διάθεση για αντίσταση που εμπνέει τον πληθυσμό.
Στις 17 του Φλεβάρη, το πλήθος ακολουθεί τη κηδεία του Κωστή Παλαμά και τραγουδά πατριωτικά τραγούδια. Οι επικήδειοι που εκφωνούνται μπροστά σ’ ένα τεράστιο πλήθος, είναι απροκάλυπτη παρότρυνση για Εθνική Αντίσταση. Οι δυνάμεις ασφαλείας του Άξονα που επιτηρούν την εκδήλωση, πανικοβάλλονται και πυροβολούν πάνω στη πομπή.
Το πλήθος όμως προστατεύει τους υπευθύνους – κανείς δεν μπορεί να τους συλλάβει. Ο Λαός είναι έτοιμος να πάρει φωτιά σε κάθε στιγμή και να πολεμήσει. Αυτή η ζύμωση είναι αυθόρμητη.
Στις 4 του Μάρτη, το ΕΑΜ και οι παράνομες συνδικαλιστικές οργανώσεις, αποφασίζουν Γενική Απεργία στους δημόσιους υπαλλήλους. Η κυβέρνηση κατοχής έχει επικεφαλής κάποιον Λογοθετόπουλο που ορκίστηκε ‘ενώπιον του κατακτητή’ στις 30 Απρίλη 1941. Πρόκειται για έναν ανεπιφύλακτο θαυμαστή των καινούργιων σπαρτιατικών αρετών που έρχονται από το Βορρά.
Η απεργία των δημοσίων υπαλλήλων απειλεί να τον καταστήσει ύποπτο για την κατάσταση που επικρατεί στις υπηρεσίες και να τον εκθέσει άσχημα στην στρατιωτική διοίκηση. Αποφασίζει έτσι να ελιχθεί, αφού πρώτα συμβουλευτεί εκείνους που υπαγορεύουν την πολιτική του. Μετά την έκρηξη υπάρχουν νεκροί κι ορισμένες ψυχολογικές διακυμάνσεις. Ελπίζει λοιπόν να υπονομεύσει την αποφασιστικότητα των Αθηναίων, σπέρνοντας την αμφιβολία σχετικά με τις πληροφορίες που διέδιδαν οι οργανώσεις
Στις 4 του Μάρτη, οι εφημερίδες που ελέγχονται από την κυβέρνηση δημοσιεύουν στην πρώτη σελίδα ένα επίσημο ανακοινωθέν:
“Ο πρόεδρος του Υπουργικού Συμβουλίου, προέβει χθες στις ακόλουθες δηλώσεις:
Κακόπιστοι προπαγανδισταί και επαγγελματίαι υποκινηταί ταραχών διασπείρουν και πάλι τον πανικόν μεταξύ του πληθυσμού, θέτοντες εις κυκλοφορίαν ανοήτους πληροφορίας σχετικώς με την υποτιθέμενην πολιτικήν κινητοποίησην.
Τα μέτρα τα οποία αι σταρτιωτικαί αρχαί κατοχής προετοιμάζουν από μακρού, συμφώνως προς τας διατάξεις του Διεθνούς Δικαίου, δια την εκτέλεσιν δημοσίων έργων, ουδεμίαν έχουν σχέσιν με αυτάς τας κακοπίστοςυ φήμας. Συμβουλεύω κατά συνέπειαν τον λαόν να διατηρήση την ηρεμίαν του και να μην αποδίδει ουδεμίαν πίστην εις τα ανόητα συνθήματα της κομμουνιστιής προπαγάνδας.”
Πίσω από τη νέα πρόσοψη, κρυβόταν πάντα καθαρά το σχέδιο της πολιτικής επιστράτευσης. Κανείς δε ξεγελιέται.
Γενική απεργία – καθολική συμμετοχή!
200000 άνθρωποι, το ένα τέταρτο του πληθυσμού της Αθήνας βαδίζουν με άδεια χέρια απέναντι στο χαλάζι των σφαιρών.
Δεν υπάρχει πλέον θέμα πολιτικής επιστρατεύσεως. Ο Λαός νίκησε!
Την επομένη, 5 του Μάρτη, όλοι οι δημόσιοι υπάλληλοι πειθαρχούν στο κάλεσμα και κατεβαίνουν στην απεργία. Οι διαδηλώσεις των δύο τελευταίων εβδομάδων κόστισαν ακριβά, οι Αθηναίοι όμως ετοιμάζονται για μιαν ακόμη φορά να αντιμετωπίσουν τα αυτόματα.Προσυγκεντρώσεις γίνονται σε όλα τα σημεία της πόλης. Τα ρεύματα συγκλίνουν και η θάλασσα του Λαού της Αθήνας προσκρούει από τις πρώτες πρωϊνές ώρες σε μια πρωτοφανή κινητοποίηση των Γερμανοϊταλών. Όταν η πρώτη φάλαγγα ξεπροβάλλει στο χώρο της Ακαδημίας, τα αυτόματα αρχίζουν να βάλουν χωρίς διακοπή. Γερμανοί τοποθετημένοι στις στέγες, ρίχνουν χειροβομβίδες μέσα στη συμπαγή μάζα του πλήθους. Οι απώλειες είναι φοβερές. Μια δύναμη όμως ανώνυμη και αποφασιστική αναβλύζει από παντού και σπρώχνει και ποδοπατά τις πρώτες ζώνες ασφαλείας – 200000 άνθρωποι, το ένα τέταρτο του πληθυσμού της Αθήνας βαδίζουν με άδεια χέρια απέναντι στο χαλάζι των σφαιρών.
Ακόμα μια φορά, το κύμα αυτό στρέφεται προς το Υπουργείο Εργασίας, που έχει μεταβληθεί σε πραγματικό φρούριο. Η φρουρά έχει δεκαπλασιαστεί και ένας λόχος Γερμανοί υποστηρίζουν του Ιταλούς. Η πρώτη έφοδος των διαδηλωτών αποτυχαίνει κάτω από τα πυρά. Ύστερα από μια μικρή ταλάντευση, η μάζα ορμά παράλογα, τρελά, ασυγκράτητα. Αέρα! Ούτε οι νεκροί, ούτε το αίμα δεν αναχαιτίζουν αυτήν την ορμή, το πλήθος κατευθύνεται στο στόχο του, συνεπαρμένο από τον ίλιγγο της εφόδου. Οι χειροβομβίδες και τα αυτόματα δεν μπορούν πια να χρησιμοποιηθούν. Δυνάμεις ασφαλείας και διαδηλωτές ρίχνονται στην πάλη σώμα με σώμα. Η μάζα αρπάζει, ξεσκίζει, καταπίνει τους στρατιώτες. Για άλλη μια φορά το υπουργείο παραδίνεται στις φλόγες.
Η αιματοχυσία εξακολουθεί στο τετράγωνο ώσπου όλα τα αρχεία και όλα τα γραφεία γίνονται στάχτη.
Λίγες μέρες νωρίτερα ο Χίτλερ είχε απαγγείλει με τσακισμένη φωνή τον επικήδειο των στρατευμάτων του Στάλινγκραντ. Δεν θα του είναι τώρα δυνατό να χαλαρώσει την πίεσή του στην Ελλάδα, και να αντλήσει από κει τις μονάδες που τόσο έχει ανάγκη στο ρωσικό μέτωπο:
“Πρέπει να ξεμπερδέψουμε μ’ αυτές τις ψείρες”. Δε θα ξεμπερδέψει όμως ποτέ.
Κανείς δε θα μάθει πόσοι νεκροί μαζεύτηκαν από τους δρόμους της Αθήνας εκείνη τη 5η του Μάρτη. Από την πλευρά των πολιορκητών, αναφέρθηκαν 200 βαριά τραυματίες και πάνω, χωρίς να υπολογιστούν εκείνοι που έγκαιρα μεταφέρθηκαν από τους φίλους τους ή βοηθήθηκαν από τους γείτονες.
Οι δυνάμεις κατοχής είχαν περισσότερους από 60 βαριά τραυματισμένους και 20 περίπου νεκρούς. Οι πιο πολλοί πέθαναν από κατάγματα στο κρανίο και από…στραγγαλισμό.
Ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Δαμασκηνός είναι μια επιβλητική προσωπικότητα. Γενειοφόρος και γιγαντόσωμος φθάνει τα δύο μέτρα και χρωστά την εκλογή του στην κυβέρνηση Κουϊσλιγκς. Ο Μεταξάς που δεν χώνευε την αξιοπρέπειά του και τις φιλοδοξίες του, τον είχε παραμερίσει από το θώκο της πιο υψηλής εκκλησιαστικής αρχής. Η ιστορία όμως της ορθόδοξης εκκλησίας συνδέεται με τις παραδόσεις της ελληνικής αντίστασης και την εποποιία των κλεφτών. Ο Δαμασκηνός θεωρεί πως έφτασε η ώρα να συνταχθεί μ’ αυτήν την παράδοση. Ξέρει να επιβάλλεται στους συνομιλητές του και σε αρκετές περιπτώσεις ο γερμανός επιτετραμμένος Άλτεμπουργκ και ο ιταλός ομόλογός του Κίτζι, πέρασαν μερικές δύσκολες στιγμές μαζί του καθώς θυμούνται μια φεγγαρόλουστη νύχτα που υποχρέωσε τις δυνάμεις κατοχής να ξεθάψουν τα πτώματα 32 ομήρων, όπως και τη θρησκευτική του ομιλία μπροστά στους ανοιχτούς τάφους. Ο ηρωισμός του ελληνικού Λαού κάνει τον αρχιεπίσκοπο να αρθεί στο ύψος των περιστάσεων και να θέλει να προβάλλει ως γνήσιος συνεχιστής των αρχιερέων του Βυζαντίου.
Την αντίσταση και τον αγώνα στους δρόμους ενάντια στην επιστράτευση δεν την οργάνωσε βέβαια η Εκκλησία της Αθήνας. Ο Δαμασκηνός όμως αισθάνεται πως μπορεί να μιλήσει στο όνομα του ποιμνίου του.
Το πρωί της 5 Μάρτη πηγαίνει στον Άλτεμπουργκ.
“- Εξοχώτατε σας το λέω απερίφραστα: αποφάσισα να τεθώ προσωπικά επικεφαλής του κινήματος της ολοκληρωτικής αντιστάσεως κατά της ‘πολιτικής επιστρατεύσεως’.”
Ο Άλτεμπουργκ δεν πιστεύει στ’ αυτιά του.
“-Αν καταλαβαίνω καλά, θα βρεθώ στην ανάγκη να διατάξω τη σύλληψη του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος, σαν υπευθύνου για την υποκίνηση μιας επαναστατικής εξεγέρσεως.”
Ο Δαμασκηνός δεν πήγε για να επιτρέψει στον επιτετραμμένο να ορθώσει το ανάστημά του και τον κοίταξε περιφρονητικά από το ύψος του:
“-Αν μέχρι τις 7 Μαρτίου, δεν υπάρξει επίσημη διάψευση για την ‘πολιτική επιστράτευση’, οι καμπάνες των εκκλησιών θα ηχήσουν πένθιμα και θα σκορπίσουν παντού το μήνυμά τους. Το Ράιχ, μπορεί να αναλογιστεί όπως θέλει τις συνέπειες.”
Η διαδήλωση της 5ης Μάρτη δεν είχε σχέση με τον Αρχιεπίσκοπο, και ο Άλτεμπουργκ το ξέρει πολύ καλά, ψάχνει όμως για συνομιλήτή.
Το ημερολόγιο της ‘Ανωτάτης Διοικήσεως Νοτίου Ελλάδος’ όπου καταγράφονται τα γεγονότα των τελευταίων ημερών με τηλεγραφική συντομία, αναφέρει πολύ καλά από που προέρχεται το κίνημα.
“4 Μαρτίου 1943, Εις τας Αθήνας εξερράγησαν, δια πρώτη φοράν, σημαντικαί απεργίαι εις τον ελληνικόν τύπον, την Διοίκησιν, και την Τράπεζαν Αθηνών. Αι απεργίαι υποκινούνται από τους κομμουνιστάς και κατευθύνονται κατά της πολιτικής επιστρατεύσεως.”
“5 Μαρτίου 1943. Εις τας Αθήνας έλαβον χώραν, κατά τη διάρκειαν της πρωίας διάφοροι διαδηλώσεις. Αι φάλαγγες των διαδηλωτών διελύθησαν από την Φελντ Ζενταμερι και του Ιταλούς. Αι διαδηλώσεις υποκινούνται από τους κομμουνιστάς και διευθύνονται κατά της πολιτικής επιστρατεύσεως.”
Ο Χίτλερ πιεζόμενος από την ανάγκη να εξασφαλίσει εφεδρείες, συνιστά να γίνει ένα άνοιγμα. Ο Αλτεμπουργκ ελπίζει να εξασφαλίσει τη μεσολάβηση του αρχιεπισκόπου. Προτείνει να περιοριστεί η έκταση των μέτρων που προβλέπονται. Μόνο ‘ειδικευμένοι’ εργάτες θα κληθούν με ατομικές προσκλήσεις και δίνει διαβεβαιώσεις ότι σε καμμιά περίπτωση δεν θα σταλούν έξω απ’ την Ελλάδα. Τέτοιος είναι ο πανικός που η κυβέρνηση προσπαθεί να ξεπεράσει τις διεκδικήσεις των δημοσίων υπαλλήλων και συμφωνείσε μια αύξηση 15% των μισθών με αναδρομική ισχύ από τη 1η Γενάρη.
Η απεργία όμως συνεχίζεται και οι παραχωρήσεις της κυβέρνησης Λογοθετόπουλου είναι ανίσχυρες να αφοπλίσουν την εξέγερση. Ο Δαμασκηνός έχει μια λαμπρή ευκαιρία να δειχτεί ανένδοτος στο Άλτεμπουργκ.
“-Κατηγορηματικά όχι εξοχώτατε. Οι καμπάνες θα χτυπήσουν.”
Ο Άλτεμπουργκ καλεί το Βερολίνο.
Ο επιτετραμμένος είναι ο μόνος που ακούει την απάντηση. Είναι σύντομη. Νικημένος, αλλά και ανακουφισμένος μαζί, γυρίζει προς τον Δαμασκηνό.
“-Δεν υπάρχει πλέον θέμα πολιτικής επιστρατεύσεως.”
ΚΑΠΩΣ ΕΤΣΙ ΚΕΡΔΙΖΕΙΣ!
ΑπάντησηΔιαγραφή