Τρίτη 20 Σεπτεμβρίου 2011

Τώρα που τα βρήκαμε..

Όρχεις

Οι όρχεις (εν. όρχις, γεν. όρχεως) είναι ζεύγος γεννητικών αδένων και μέρος των γεννητικών οργάνων του αρσενικού. Απαντώνται σε όλα τα θηλαστικά και έχουν διττή λειτουργία: την παραγωγή σπερματοζωαρίων και την παραγωγή ανδρικών ορμονών (κυρίως τεστοστερόνης).

Οι όρχεις είναι βασικό στοιχείο του ανδρικού αναπαραγωγικού συστήματος, επειδή παράγουν το σπέρμα και την τεστοστερόνη, γι’ αυτό και θεωρούνται καμιά φορά συνώνυμα του ανδρισμού ενώ ο επιστημονικός κλάδος που ασχολείται με τον άνδρα και τον ανδρισμό του είναι η Ανδρολογία .´Ετσι σήμερα χρησιμοποιώντας την παρεφθαρμένη λέξη της αργκό "αρχίδια" μεταφορικά λέγεται ότι χρειάζεται να έχει κανείς αρχίδια για να κάνει κάτι εννοώντας ότι χρειάζεται θάρρος, τόλμη.

Λόγω της ιδιαίτερης ευαισθησίας τους θεωρούνται και το αδύνατο σημείο του άντρα και το χτύπημα των όρχεων θεωρείται άνανδρη και άτιμη τεχνική. Στο άθλημα της πυγμαχίας απαγορεύεται οποιοδήποτε χτύπημα του αντιπάλου κάτω από τη ζώνη. Μεταφορικά χρησιμοποιείται ο όρος "χτύπημα κάτω από τη ζώνη" για κάθε ύπουλο χτύπημα. Στην Παλαιά Διαθήκη, στο βιβλίο Δευτερονόμιον, όπου ο Θεός επαναλαμβάνει το νόμο του στους Ισραηλίτες, αναφέρεται ότι, αν σε καβγά δύο ανδρών η γυναίκα του ενός για να τον σώσει πιάσει τον άλλον από τους όρχεις, η τιμωρία της θα είναι να της κοπεί το χέρι:
ἐὰν δὲ μάχωνται ἄνθρωποι [...] καὶ προσέλθη ἡ γυνὴ ἑνὸς αὐτῶν ἐξελέσθαι τὸν ἄνδρα αὐτῆς ἐκ χειρὸς τοῦ τύπτοντος αὐτὸν καὶ ἐκτείνασα τὴν χεῖρα ἐπιλάβηται τῶν διδύμων αὐτοῦ, ἀποκόψεις τὴν χεῖρα αὐτῆς (Δευτ. 25:11, Ο').

Άλλες λέξεις για τους όρχεις είναι τα αρχίδια (αργκό), οι δίδυμοι (αρχ.), παραστάται (βυζαντ.), μήδεα (βυζαντ.), τα αμελέτητα, τα μπαλάκια, τα καρύδια, τα ούμπαλα, η οικογένεια, το μαλακό υπογάστριο, τα κάκαλα και στα καλιαρντά τα πελέ.

Η αφαίρεση των όρχεων (ευνουχισμός) ήταν πρακτική που σε παλαιότερες κοινωνίες (π.χ. Βυζαντινή Αυτοκρατορία, Οθωμανική αυτοκρατορία, Κίνα) αποσκοπούσε  στη δημιουργία πιστών και ακίνδυνων για τις γυναίκες σκλάβων (ευνούχος<εὐνή [κρεβάτι] και ὄχος [<ἔχω = προσέχω], αυτός που προσέχει το κρεβάτι) !!

3 σχόλια: