ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ CORPORATE DEMOCRACY (ΑΠΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ SITE)
___________________________________________
Ο Γιάννης ήταν ένας καλός άνθρωπος. Δούλευε σε μια μικρή εταιρεία πληροφορικής και έβγαζε τα προς το ζην για την οικογένειά του. Όχι πολλά, αλλά ήταν ικανοποιημένος από την σχέση έργου-ανταμοιβής. Το ίδιο και οι εργοδότες του.
Μόλις σχόλαγε, αργά το απόγευμα, γύρναγε σπίτι, έβλεπε τις ειδήσεις της ημέρας κατά την διάρκεια του δείπνου και μετά έπαιζε για λίγη ώρα με τα παιδιά του πριν κοιμηθούν.
Εκείνο το βράδυ οι ειδήσεις ήταν χαρμόσυνες. Είχε πέσει και το τελευταίο δημοσιο-υπαλληλικό κάστρο, η Δικαιοσύνη, και πλέον όλες η λειτουργίες της χώρας γίνονταν από ιδιωτικούς φορείς.
«Επιτέλους, τελειώσαμε με τους δημόσιους υπάλληλους!» είπε στην γυναίκα του που σέρβιρε το επιδόρπιο, κορμό σοκολάτας-μπισκότου, με παγωτό μαστίχα.
«Και που τελειώσαμε, έγιναν καλύτερα τα πράγματα για τον κόσμο;» απάντησε αυτή, αλλά ο Γιάννης ήταν ήδη απορροφημένος στα νέα από το εξωτερικό.
Εκεί που τελείωνε το επιδόρπιο, στην τελευταία κουταλιά από το λειωμένο πια παγωτό, χτύπησε το κουδούνι. Αμέσως μετά δυνατοί χτύποι στην πόρτα.
«Ποιος είναι τέτοια ώρα, τί χτυπάει;» είπε η σύζυγος ενώ ο Γιάννης ήταν ήδη στην πόρτα και κοίταζε από το ματάκι. Αμέσως ξεκλείδωσε και άνοιξε την πόρτα όπου στέκοταν ιδρωμένη και αναψοκοκκινισμένη η Ιουλία, η δικαστίνα από τον δεύτερο όροφο.
«Τι έγινε καλέ, τι συμβαίνει;» είπε ο Γιάννης, ενώ η Ιουλία είχε μπει ήδη μες στο σπίτι.
«Με κυνηγάνε οι ΑΚΤ!», απάντησε αλαφιασμένη.
Η ΑΚΤ ήταν η ιδιωτική «Αστυνομία Καταπολέμησης της Τρομοκρατίας» και όπως έλεγε και τ’ όνομά της είχε ειδίκευση στην τρομοκρατία, συγκεκριμένα στην εσωτερική.
Είχε κερδίσει τον διαδικτυακό διαγωνισμό με κύριο όπλο την εντυπωσιακή ιστοσελίδα της, ένα μείγμα των πιο εξελιγμένων τρισδιάστατων τεχνολογιών και άμεσης επικοινωνίας στις φιλειρηνικές ανάγκες των πολιτών.
«Και γιατί σε κυνηγάνε;» απάντησε απορημένη η Μαρία, η σύζυγος του Γιάννη.
«Από σήμερα, που έγινε ιδιωτική και η δικαιοσύνη, έχουν προβεί σ’ ένα απίστευτο κυνηγητό όσων είχαν εκφράσει δυναμικά την αντίθεσή τους σε αυτή την αλλαγή.»
«Μα δεν ακούσαμε τίποτα στην τηλεόραση!»
«Και φυσικά δεν τ’ ακούσατε! Αυτά γίνονται εν κρυπτώ και όσοι δημοσιογράφοι γνωρίζουν, δεν τολμούν να μιλήσουν!» είπε η Ιουλία ενώ έπινε το νερό που της πρόσφερε η Μαρία.
Τα παιδιά ήταν στην γωνία του σαλονιού και κοίταζαν αμίλητα.
«Παρ’ τα μέσα», είπε ο Γιάννης στην Μαρία, ενώ η έκφραση και το ανήσυχο χέρι στα μαλλιά του έδειχναν ότι προσπαθούσε να καταλάβει τί συμβαίνει.
Η Ιουλία ήταν ένας εξαίρετος άνθρωπος, την ήξερε δέκα χρόνια, απ’ όταν ήρθαν στην πολυκατοικία και ήταν σοβαρή και διακριτική, όπως αρμόζει σ’ έναν δικαστικό.
Αποκλείεται να έλεγε ψέμματα, πόσω μάλλον να ήταν ύποπτη…τρομοκρατίας!
«Και τί κάνουμε τώρα;» της είπε κοιτώντας την στα μάτια.
«Πρέπει να κρυφτώ μέχρι να φύγουν και μετά βλέπουμε…»
Με το που τελείωσε την φράση χτύπησε δυνατά η πόρτα!
«ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ! ΑΝΟΙΞΤΕ ΑΜΕΣΩΣ!»
Ο Γιάννης κοκκίνησε και τον έπιασε πανικός.
Η Ιουλία πήγε να κρυφτεί στο δωμάτιό τους, ενώ η Μαρία έρχοταν μέσα με την αγωνία ζωγραφισμένη στα μάτια της.
Ο Γιάννης εισέπνευσε δυνατά, προσπάθησε να ηρεμήσει και άνοιξε την πόρτα. Αμέσως μπήκαν μέσα δύο θηριώδεις αστυνομικοί.
«Καλησπέρα σας και συγγνώμη για την ενόχληση. Ψάχνουμε μια τρομοκράτισσα, την Ιουλία Κ.», είπαν με αυστηρό ύφος και τα μάτια τους έψαχναν τον χώρο.
Ο Γιάννης κοίταξε την Μαρία, έριξε μια ματιά και στα μέσα δωμάτια όπου βρίσκονταν τα παιδιά και η κρυμμένη δικαστίνα και γύρισε στους αστυνομικούς.
«Είναι κρυμμένη μέσα στο δωμάτιό μας, το δεξιά στον διάδρομο», είπε με σταθερή φωνή.
«Πριν λίγο μπήκε και ούτε που κατάλαβα τι ήθελε. Κουβέντα δεν προλάβαμε να πούμε…» συνέχισε, ενώ οι αστυνομικοί ήδη πήγαιναν μέσα.
Οι σπαραγμοί βοήθειας της Ιουλίας ακούστηκαν δυνατά και μετά σιωπή.
Λίγο μετά βγήκαν έξω, στην μέση φιμωμένη και με χειροπέδες η Ιουλία και οι αστυνομικοί να την σέρνουν καθώς αντιστεκόταν.
Τους χαιρέτισαν, ευγενικά πια, με ένα «ευχαριστούμε για την συνεργασία σας» και βγήκαν από το διαμέρισμά τους.
Η Ιουλία είχε στρίψει το κεφάλι και τους κοίταγε δακρυσμένη και αμίλητη. Δεν μούγκριζε πιά μέσα απ’ το φίμωτρό της.
Καθώς ο Γιάννης έκλεινε την πόρτα, η Μαρία άρχισε να μαζεύει το τραπέζι αμίλητη.
«Έχει μια ωραία κωμωδία στο Mega», της είπε ο Γιάννης άτονα.
«Ναι, ας την δούμε», απάντησε η Μαρία. « Έχω κι αυτόν τον πονοκέφαλο όλη μέρα…θα πάρω ένα Depon μπας και ηρεμήσει το κεφάλι μου…»
Τα νέα είχαν τελειώσει και στην τηλεόραση έπαιζαν οι διαφημίσεις.
Το i-phone 12 είχε μόλις κυκλοφορήσει.
___________________________________________
Ο Γιάννης ήταν ένας καλός άνθρωπος. Δούλευε σε μια μικρή εταιρεία πληροφορικής και έβγαζε τα προς το ζην για την οικογένειά του. Όχι πολλά, αλλά ήταν ικανοποιημένος από την σχέση έργου-ανταμοιβής. Το ίδιο και οι εργοδότες του.
Μόλις σχόλαγε, αργά το απόγευμα, γύρναγε σπίτι, έβλεπε τις ειδήσεις της ημέρας κατά την διάρκεια του δείπνου και μετά έπαιζε για λίγη ώρα με τα παιδιά του πριν κοιμηθούν.
Εκείνο το βράδυ οι ειδήσεις ήταν χαρμόσυνες. Είχε πέσει και το τελευταίο δημοσιο-υπαλληλικό κάστρο, η Δικαιοσύνη, και πλέον όλες η λειτουργίες της χώρας γίνονταν από ιδιωτικούς φορείς.
«Επιτέλους, τελειώσαμε με τους δημόσιους υπάλληλους!» είπε στην γυναίκα του που σέρβιρε το επιδόρπιο, κορμό σοκολάτας-μπισκότου, με παγωτό μαστίχα.
«Και που τελειώσαμε, έγιναν καλύτερα τα πράγματα για τον κόσμο;» απάντησε αυτή, αλλά ο Γιάννης ήταν ήδη απορροφημένος στα νέα από το εξωτερικό.
Εκεί που τελείωνε το επιδόρπιο, στην τελευταία κουταλιά από το λειωμένο πια παγωτό, χτύπησε το κουδούνι. Αμέσως μετά δυνατοί χτύποι στην πόρτα.
«Ποιος είναι τέτοια ώρα, τί χτυπάει;» είπε η σύζυγος ενώ ο Γιάννης ήταν ήδη στην πόρτα και κοίταζε από το ματάκι. Αμέσως ξεκλείδωσε και άνοιξε την πόρτα όπου στέκοταν ιδρωμένη και αναψοκοκκινισμένη η Ιουλία, η δικαστίνα από τον δεύτερο όροφο.
«Τι έγινε καλέ, τι συμβαίνει;» είπε ο Γιάννης, ενώ η Ιουλία είχε μπει ήδη μες στο σπίτι.
«Με κυνηγάνε οι ΑΚΤ!», απάντησε αλαφιασμένη.
Η ΑΚΤ ήταν η ιδιωτική «Αστυνομία Καταπολέμησης της Τρομοκρατίας» και όπως έλεγε και τ’ όνομά της είχε ειδίκευση στην τρομοκρατία, συγκεκριμένα στην εσωτερική.
Είχε κερδίσει τον διαδικτυακό διαγωνισμό με κύριο όπλο την εντυπωσιακή ιστοσελίδα της, ένα μείγμα των πιο εξελιγμένων τρισδιάστατων τεχνολογιών και άμεσης επικοινωνίας στις φιλειρηνικές ανάγκες των πολιτών.
«Και γιατί σε κυνηγάνε;» απάντησε απορημένη η Μαρία, η σύζυγος του Γιάννη.
«Από σήμερα, που έγινε ιδιωτική και η δικαιοσύνη, έχουν προβεί σ’ ένα απίστευτο κυνηγητό όσων είχαν εκφράσει δυναμικά την αντίθεσή τους σε αυτή την αλλαγή.»
«Μα δεν ακούσαμε τίποτα στην τηλεόραση!»
«Και φυσικά δεν τ’ ακούσατε! Αυτά γίνονται εν κρυπτώ και όσοι δημοσιογράφοι γνωρίζουν, δεν τολμούν να μιλήσουν!» είπε η Ιουλία ενώ έπινε το νερό που της πρόσφερε η Μαρία.
Τα παιδιά ήταν στην γωνία του σαλονιού και κοίταζαν αμίλητα.
«Παρ’ τα μέσα», είπε ο Γιάννης στην Μαρία, ενώ η έκφραση και το ανήσυχο χέρι στα μαλλιά του έδειχναν ότι προσπαθούσε να καταλάβει τί συμβαίνει.
Η Ιουλία ήταν ένας εξαίρετος άνθρωπος, την ήξερε δέκα χρόνια, απ’ όταν ήρθαν στην πολυκατοικία και ήταν σοβαρή και διακριτική, όπως αρμόζει σ’ έναν δικαστικό.
Αποκλείεται να έλεγε ψέμματα, πόσω μάλλον να ήταν ύποπτη…τρομοκρατίας!
«Και τί κάνουμε τώρα;» της είπε κοιτώντας την στα μάτια.
«Πρέπει να κρυφτώ μέχρι να φύγουν και μετά βλέπουμε…»
Με το που τελείωσε την φράση χτύπησε δυνατά η πόρτα!
«ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ! ΑΝΟΙΞΤΕ ΑΜΕΣΩΣ!»
Ο Γιάννης κοκκίνησε και τον έπιασε πανικός.
Η Ιουλία πήγε να κρυφτεί στο δωμάτιό τους, ενώ η Μαρία έρχοταν μέσα με την αγωνία ζωγραφισμένη στα μάτια της.
Ο Γιάννης εισέπνευσε δυνατά, προσπάθησε να ηρεμήσει και άνοιξε την πόρτα. Αμέσως μπήκαν μέσα δύο θηριώδεις αστυνομικοί.
«Καλησπέρα σας και συγγνώμη για την ενόχληση. Ψάχνουμε μια τρομοκράτισσα, την Ιουλία Κ.», είπαν με αυστηρό ύφος και τα μάτια τους έψαχναν τον χώρο.
Ο Γιάννης κοίταξε την Μαρία, έριξε μια ματιά και στα μέσα δωμάτια όπου βρίσκονταν τα παιδιά και η κρυμμένη δικαστίνα και γύρισε στους αστυνομικούς.
«Είναι κρυμμένη μέσα στο δωμάτιό μας, το δεξιά στον διάδρομο», είπε με σταθερή φωνή.
«Πριν λίγο μπήκε και ούτε που κατάλαβα τι ήθελε. Κουβέντα δεν προλάβαμε να πούμε…» συνέχισε, ενώ οι αστυνομικοί ήδη πήγαιναν μέσα.
Οι σπαραγμοί βοήθειας της Ιουλίας ακούστηκαν δυνατά και μετά σιωπή.
Λίγο μετά βγήκαν έξω, στην μέση φιμωμένη και με χειροπέδες η Ιουλία και οι αστυνομικοί να την σέρνουν καθώς αντιστεκόταν.
Τους χαιρέτισαν, ευγενικά πια, με ένα «ευχαριστούμε για την συνεργασία σας» και βγήκαν από το διαμέρισμά τους.
Η Ιουλία είχε στρίψει το κεφάλι και τους κοίταγε δακρυσμένη και αμίλητη. Δεν μούγκριζε πιά μέσα απ’ το φίμωτρό της.
Καθώς ο Γιάννης έκλεινε την πόρτα, η Μαρία άρχισε να μαζεύει το τραπέζι αμίλητη.
«Έχει μια ωραία κωμωδία στο Mega», της είπε ο Γιάννης άτονα.
«Ναι, ας την δούμε», απάντησε η Μαρία. « Έχω κι αυτόν τον πονοκέφαλο όλη μέρα…θα πάρω ένα Depon μπας και ηρεμήσει το κεφάλι μου…»
Τα νέα είχαν τελειώσει και στην τηλεόραση έπαιζαν οι διαφημίσεις.
Το i-phone 12 είχε μόλις κυκλοφορήσει.
Έκλασα φίλε..... οργουελικό σενάριο τρόμου.... άουα....
ΑπάντησηΔιαγραφήΠΙΣΩ ΡΟΥΦΙΑΝΟΙ,ΕΜΠΡΟΣ ΣΥΝΤΡΟΦΟΙ !!
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ ΑΚΤ θα είναι κουκουλοφόροι-αντάρτες και θα συλλαμβάνουν πλούσιους και πολιτικούς !!
ΕΡΧΟΜΑΣΤΕ.....